Από: Αντιστράτηγο ε.α. Ιωάννη Κρασσά
«Ὦ ξεῖν᾿, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι. (Ὦ, ξένε διαβάτη ποὺ περνᾶς, ἀνάγγειλε στοὺς Λακεδαιμόνιους ὅτι ταφήκαμε ἐδῶ, ὑπακούοντας στὰ προστάγματά τους)». Επίγραμμα που χαράχθηκε πάνω στον τάφο των τριακοσίων Σπαρτιατών υπό τον Λεωνίδα που έπεσαν μαχόμενοι στις Θερμοπύλες το 480 π.Χ. Το έγραψε ο Σιμωνίδης ο Κείος (Κέα 556 π.Χ. - Ακράγαντας ή Συρακούσες 469 π.Χ.)
Η Ατομικότητα στην Ιστορία
Η εξέταση της ιστορίας εστιάζεται κυρίως εις τα κύρια γεγονότα και στους πρωταγωνιστές. Κατ’ αυτό το τρόπο έχουμε την «επίπεδη» ανάγνωσή της, όπου το άτομο χάνεται μέσα στη γενικότητα, γιατί δίδεται βαρύτητα στους αρχηγούς, στις μάχες και στους αριθμούς. Σ’ αντιδιαστολή υπάρχει το ατομικό ιστορικό αφήγημα, που μπορούμε να το ονομάσουμε «κάθετη» αφήγηση των συμβάντων. Στον πόλεμο ο άνθρωπος αποτελεί μια μονάδα, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα να δράσει όπως επιθυμεί, αλλά όπως έχει διαταχθεί. Οι φονευθέντες του Ελληνο-ιταλικού πολέμου (28 Οκτωβρίου 1940-19 Απριλίου 1941) ανήλθαν σε 13.325, ενώ του Ελληνο-γερμανικού [6 Απριλίου-2 Ιουνίου 1941 (τέλος της μάχης της Κρήτης)] σε 11.000. Όλοι οι παραπάνω θυσίασαν τη ζωή τους κατά την εκτέλεση του καθήκοντος, χωρίς να έχουν δυνατότητα επιλογής. Υπάρχουν όμως και εκείνοι οι οποίοι αυτοβούλως την τερμάτισαν, όταν κατέστη αδύνατο να τη ζήσουν σύμφωνα με τον αξιακό τους κώδικα.
Το Πικρό Τέλος μιας Επικής Προσπάθειας
Την 05:30 της 28ης Οκτωβρίου 1940, ο Ιταλικός στρατός εισέβαλε στην Ελλάδα από τη περιοχή της Ηπείρου, σηματοδοτώντας την έναρξη του Ελληνο-ιταλικού πολέμου. Ο Ελληνικός στρατός απέκρουσε την επίθεση και στην συνέχεια απώθησε τους εισβολείς απελευθερώνοντας την Ελληνικότατη Βόρεια Ήπειρο. Από τις 9 έως τις 16 Μαρτίου του 1941, οι Ιταλοί εκτόξευσαν την «Εαρινή Επίθεση», παρουσία του Μπενίτο Μουσολίνι (1883-1945), χωρίς να καταφέρουν να διασπάσουν την Ελληνική άμυνα.
Η Γερμανική Επίθεση
Την 29η Ιανουαρίου 1941, μετά το θάνατο του Ιωάννη Μεταξά (1871-1941), ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄[1] (1890-1947), διόρισε τον Αλέξανδρο Κορυζή (1885-1941), πρώην Υπουργό Εθνικής Πρόνοιας στη θέση του Πρωθυπουργού της Ελλάδος. Ο Γεώργιος πίστευε ότι ήταν ο πλέον ενδεδειγμένος για την θέση αυτή, διότι διέθετε το κύρος και τις ικανότητες να συνεχίσει το δύσκολο έργο της διεξαγωγής του πολέμου. Την 04:00 της 6ης Απριλίου 1941, ο Γερμανός πρέσβης στην Ελλάδα Βίκτωρ Έρμπαχ[2] (1880-1967) εγχείρισε στον Κορυζή, νότα[3] ανακοινώνοντας την επίθεση που θα εξαπέλυε η χώρα του την 05:30. Για τον Χίτλερ (1889-1945) μόνο οι Έλληνες κρίθηκαν άξιοι επιδόσεως εγγράφου κηρύξεως πολέμου. Την ίδια ημέρα τα γερμανικά στρατεύματα επιτέθηκαν και κατά της Γιουγκοσλαβίας. Η κατάληψη της Θεσσαλονίκης αποτελούσε τη κύρια προσπάθεια της Α΄ Φάσεως του Γερμανικού σχεδίου καταλήψεως της Ελλάδος υπό τη κωδική ονομασία «Μαρίτα». Ο Γερμανικός στρατός κινήθηκε μέσω της κοιλάδος του Στρώμνιτσα, παράκαμψε τη γραμμή των Οχυρών Μεταξά[4] και προελαύνοντας παράλληλα του Αξιού ποταμού, έφτασε την 9η Απριλίου στον Άγιο Αθανάσιο, 15 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Θεσσαλονίκης.
Ο Υποστράτηγος (Υπγος) Ιωάννης Ζήσης
Το δεξιό της ελληνικής παρατάξεως περιελάβανε τους Νομούς Κομοτηνής και Έβρου, οι οποίοι ανήκαν στην περιοχή ευθύνης της Ταξιαρχίας Έβρου με Διοικητή τον Έφεδρο Υποστράτηγο Ιωάννη Ζήση (1888 Μάκρη Φθιώτιδος). Το οχυρό Νυμφαία αποτελούσε την κυρία αμυντική τοποθεσία της Ταξιαρχίας και απαγόρευε τη κίνηση στον άξονα Κρίτζαλι (Βουλγαρία)-Κομοτηνή. Την 7η Απριλίου 1941, το οχυρό της Νυμφαίας καταλήφθηκε από τους Γερμανούς. Σύμφωνα με τις διαταγές του Γενικού Επιτελείου Στρατού, σε περίπτωση που κάθε αντίσταση κατά του εχθρού ήταν μάταια, η ταξιαρχία θα κατέφευγε στην Τουρκία προς αποφυγή της αιχμαλωσίας. Ο Υπγος Ζήσης με 2.000 αξιωματικούς και στρατιώτες μετέβησαν στα Ύψαλα της Τουρκίας. Οι Τούρκοι τους αφόπλισαν και τους ανακοίνωσαν ότι θα παρέμεναν αιχμάλωτοι έως το τέλος του πολέμου. Η εξέλιξη έπληξε τα πατριωτικά και στρατιωτικά αισθήματα του, με αποτέλεσμα την 9η Απριλίου 1941, να θέσει τέρμα στην ζωή του κάνοντας χρήση του περιστρόφου του. Ο Υπγος Ζήσης συμμετείχε στους Βαλκανικούς Πολέμους ως έφεδρος ανθυπολοχαγός, όπου διακρίθηκε για την ανδρεία του και στη συνέχεια μονιμοποιήθηκε. Πολέμησε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στην Μικρασιατική Εκστρατεία, τραυματισθείς στην μάχη του Αφιόν Καραχισάρ[5] [βλέπε σχετικό άρθρο Το Χρονικό της Μικρασιατικής Καταστροφής (Β΄ Μέρος)]. Κηδεύτηκε στο Ελληνικό κοιμητήριο των Υψάλων. Άπαντες τον υπεραγαπούσαν και θρήνησαν για το χαμό του. Στην Αλεξανδρούπολη στρατόπεδο μονάδος τεθωρακισμένων φέρει το όνομά του. Την ίδια ημέρα στην Θεσσαλονίκη, ο Αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Μπακόπουλος (1889-1950), Διοικητής του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ) (60.000 άνδρες), υπέγραψε την παράδοση στους Γερμανούς, όλων των ελληνικών στρατιωτικών τμημάτων ανατολικώς του ποταμού Αξιού. Τον Ιούλιο του 1941, 1.300 άνδρες της ταξιαρχίας της Θράκης μετέβησαν στην Μέση Ανατολή, ενώ τον Φεβρουάριο του 1942, οι υπόλοιποι επέστρεψαν στην Ελλάδα.
Η Γερμανική Επίθεση κατά της Δυτικής Μακεδονίας
Μετά τη κατάληψη της Κεντρικής, της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης, η Γερμανική Επίθεση συνεχίσθηκε κατά τη Δυτικής Μακεδονίας. Οι Ελληνικές με τις συμμαχικές δυνάμεις του Συγκροτήματος W[6] αμυνόντουσαν επί της γραμμής Όλυμπος-Πιέρια-Βέρμιο-Βεγορίτιδα-Στενό Βεύης- Μάλα Ρέκα-Νυμφαίον-Βίτσι (Βέρνον)-Βαρνούς. Σε περίπτωση αδυναμίας ανακοπής της Γερμανικής προελάσεως, θα κινδύνευαν να αιχμαλωτισθούν, τόσο η Στρατιά Ηπείρου, όσο και οι αμυνόμενες της Νοτίου Ελλάδος δυνάμεις.
Γεωγραφικός χάρτης της Δυτικής Μακεδονίας με το υπάρχων οδικό δίκτυο και όχι της εποχής του πολέμου.
Ο Αντισυνταγματάρχης Πεζικού [Ανχης (ΠΖ)] Γρηγόριος Χονδρός
Ο έφεδρος ο Ανχης (ΠΖ) Γρηγόριος Χονδρός Διοικητής (1894 Μεσολόγγι) του 88ου Συντάγματος Πεζικού, έλαβε διαταγή να αμυνθεί στην διάβαση Βεύης. Το Ιο Τάγμα του συντάγματος που αμύνονταν στο Κέντρο Αντιστάσεως (ΚΑ) Ράδοσι υποχώρησε ατάκτως, μετά την επίθεση του εχθρού. Ο Διοικητής του Τάγματος έφεδρος Ταγματάρχης ΠΖ Παναγιώτης Δραγουμάνος τραυματίσθηκε προσπαθώντας να συγκρατήσει τους άνδρες του. Την 18:00 της 12ης Απριλίου 1941, ο Ανχης (ΠΖ) Γρηγόριος Χονδρός ηγήθηκε της επιθέσεως για την ανακατάληψη του υψώματος Μάλα Ρέκα, ακολουθούμενος από ελάχιστους άνδρες. Ο γενναίος αξιωματικός σταμάτησε όταν τραυματίσθηκε θανάσιμα από τα γερμανικά πυρά και εξέπνευσε προ των εχθρικών θέσεων. Από τους 350 άνδρες του Τάγματος, 11 φονεύθηκαν, 18 τραυματίσθηκαν, 96 αιχμαλωτίσθηκαν, ενώ οι υπόλοιποι εγκατέλειψαν τις θέσεις τους. Το Α΄ Σώμα Στρατού ανήγειρε μνημείο στην τοποθεσία που έπεσε μαχόμενος ο Ανχης (ΠΖ) Γρηγόριος Χονδρός.
Ο Ταγματάρχης Πυροβολικού [Τχης(ΠΒ)] Κωνσταντίνος Βερσής
Την 23η Απριλίου 1941, στην Θεσσαλονίκη ο Αντιστράτηγος Τσολάκογλου Γεώργιος (1886-1948), Διοικητής του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ) υπέγραψε για τρίτη φορά την συνθηκολόγηση του Ελληνικού Στρατού (350.0000 άνδρες) που μαχόταν στην Ήπειρο[7]. Την ίδια ημέρα, στο ύψος της κοινότητος Πεδινής, νοτίως των Ιωαννίνων, ο Τχης (ΠΒ) Κωνσταντίνος Βερσής (1901 Αθήνα), Διοικητής της Α΄ Μοίρας του Α΄ Συντάγματος Πεδινού Πυροβολικού έθεσε τέρμα στην ζωή του, μην αντέχοντας την παράδοση, αφού πρώτα κατέστρεψε τα πυροβόλα του[8]. Στὴ σχετικὴ ἔκθεση τοῦ Α' Σώματος Στρατοῦ ἀναφέρεται: «Ὁ Τχης (ΠΒ) Βερσής, διαταχθεὶς ὑπὸ τῶν Γερμανῶν νὰ παραδώση τὰ πυροβόλα τῆς Μοίρας του, ἀφοῦ συνεκέντρωσε ταῦτα καὶ τοῖς ἀπέδωκε τιμάς, ηὑτοκτόνησε, ἐνῷ ἡ Μοῖρα του ἔψαλλε τὸν Ἐθνικὸν Ὕμνον». Στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (τόμος ΙΕ', σελ. 451. Εκδοτική Αθηνών)» αναγράφεται: «Τὴν ἴδια μέρα, ὁ ἀγῶνας τῆς Ἑλλάδος σημαδεύτηκε ἀπὸ τὴν πράξη ἑνὸς μαχητοῦ στὸ μέτωπο, ποὺ συμβόλιζε τὸ δράμα τῆς χώρας μας καὶ τοῦ λαοῦ της».
Πυροβολητής για Πάντα
Ο Κωνσταντίνος Βερσής αποφοίτησε από την Σχολή Ευελπίδων το 1921 ως Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού και τοποθετήθηκε στο Γ΄ Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού, στην ΙΙΙη Μεραρχία πεζικού στον τομέα του Εσκή Σεχήρ. Κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία προτάθηκε για το Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας, για την εκτέλεση αναγνωριστικών αποστολών και επιδρομών εντός της τουρκικής διατάξεως. Στον Ιταλο-ελληνικό πόλεμο διακρίθηκε για την γενναιότητά του, τόσο κατά την μάχη του Καλπακίου, όσο και κατά την υποχώρηση του στρατού μας, προταθείς για επ’ ανδραγαθία προαγωγή. Προτομή του υπάρχει στην Σχολή Πυροβολικού στην Νέα Πέραμο Αττικής. Το όνομά του δόθηκε στην Τάξη της Σχολής Ευελπίδων που αποφοίτησε το 2010, όπως επίσης και στο στρατόπεδο του κέντρου εκπαιδεύσεως νεοσυλλέκτων στην Άρτα. Σε οδό του Δήμου Παπάγου Χολαργού και των Αθηνών έχει δοθεί το όνομά του.
Ο Πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής
Την 12η Απριλίου μετά τη κατάληψη από τους Γερμανούς της διαβάσεως της Βεύης, ο Αρχιστράτηγος των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, Αντιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος (1883-1955) [9] εξέδωσε τη διαταγή υποχωρήσεως της Στρατιάς της Ηπείρου. Το μέχρι πριν από λίγες ημέρες νικηφόρο στράτευμα άρχισε να μετατρέπεται σε ατάκτως κινούμενο πλήθος φυγάδων. Όσοι είχαν λάβει μέρος στη Μικρασιατική Εκστρατεία άρχισαν να φοβούνται την επανάληψη του ίδιου δράματος, αυτή τη φορά σε ελληνικό έδαφος. Ο Διοικητής και οι Σωματάρχες[10] προέβησαν σε απεγνωσμένες εκκλήσεις για την υπογραφή συνθηκολογήσεως με τους Γερμανούς. «Ἀνέφερα ἐπανειλημμένως καὶ ἀναφέρω μετὰ παρρησίας, ὅτι κατάστασις ἐξελίσσεται ραγδαίως ἐπὶ τὰ χείρω... Ἐξορκίζω ὑμᾶς, ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ, λάβετε ἄμεσον ἀπόφασιν, ἵνα μὴ θρηνήσωμεν ἐρείπια ἀνευ προγουμένου...», απόσπασμα της αναφοράς του Διοικητού του Β΄ Σώματος Στρατού Υποστράτηγου Γεωργίου Μπάκου. Στις 18 Απριλίου στο Ελληνικό Αρχηγείο που είχε εγκατασταθεί στο Ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετάνια πραγματοποιήθηκε σύσκεψη υπό τον Βασιλέα. Ο Κορυζής βρισκόταν αντιμέτωπος προ ενός πολύ δύσκολου διλλήματος. Από τη μία, αδυνατούσε να επωμιστεί το βάρος της ευθύνης της υπογραφής συνθηκολογήσεως των Ελληνικών στρατευμάτων, ενώ τα συμμαχικά εξακολουθούσαν να πολεμούν. Από την άλλη δεν επιθυμούσε να επιτρέψει τη πλήρη καταστροφή της ραγδαίως αποσυντιθέμενης Στρατιάς της Ηπείρου. Ο Κορυζής υπέβαλλε τη παραίτησή του, την οποία ο Γεώργιος δεν αποδέχθηκε, καταλογίζοντας του επιπλέον και ευθύνες που δεν του αναλογούσαν. Ο Κορυζής βρισκόμενος υπό το κράτος εντόνου συγκινήσεως μετέβη στην οικία του και έθεσε τέρμα στη ζωή του χρησιμοποιώντας το περίστροφό του. Η ύπαρξη δύο σφαιρών στο στήθος του αποτέλεσε την αιτία περαιτέρω διερευνήσεως του θανάτου του, χωρίς ποτέ να στοιχειοθετεί εγκληματική ενέργεια. Ο Κορυζής γεννήθηκε στο Πόρο, αποφοίτησε από τη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς Αγώνες ως Έφεδρος Υπολοχαγός Πυροβολικού. Το 1928 ανέλαβε Υποδιοικητής της Εθνικής τραπέζης και συμμετείχε επί τριετία στη κυβέρνηση Ιωάννη Μεταξά ως υπουργός Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως. Στις 9 Αυγούστου 1939, διορίστηκε διοικητής της Εθνικής Τράπεζα της Ελλάδος. Ο Κορυζής διέθεται άξιο θαυμασμού ήθος και εντιμότητα.
Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄ και ο Πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής.
Πατρίς Καθήκον και Τιμή
Το κοινό χαρακτηριστικό του Πρωθυπουργού Αλεξάνδρου Κορυζή, του Υποστρατήγου Ιωάννη Ζήση του Αντισυνταγματάρχου ΠΖ Γρηγορίου Χονδρού και του Ταγματάρχου ΠΒ Κωσταντίνου Βερσή ήταν η άνευ ορίων αφοσίωση στην εκτέλεση του καθήκοντος προς την πατρίδα, χωρίς την αναζήτηση δικαιολογιών στην ανάληψη των ευθυνών τους. Ο πρωθυπουργός και οι παραπάνω αξιωματικοί υπάκουσαν στην φωνή της συνειδήσεώς τους. Οι πράξεις τους υπήρξαν αποτέλεσμα των πιστεύω και των αρχών τους. Ο Υποστράτηγος Ζήσης, όταν αντιλήφθηκε ότι, προκειμένου να αποφύγει η ταξιαρχία του την γερμανική αιχμαλωσία, θα υπέμενε την τουρκική, καταλόγισε στον εαυτόν βαριά ευθύνη και λύγισε υπό το βάρος των ενοχών. Η άνευ αγώνος υποχώρηση ενός εκ των ταγμάτων του, οδήγησε τον Αντισυνταγματάρχη Χονδρό να αναλάβει μία «αυτοκτονική επίθεση», υπό το κράτος ενοχών για την στάση των ανδρών του. Ο Ταγματάρχης Βερσής πίστευε ότι οι πυροβολητές οφείλουν να πεθαίνουν, παρά να παραδίδουν τα πυροβόλα τους. Ο Αλέξανδρος Κορυζής προ ενός σκληρού διλλήματος προτίμησε την αυτοχειρία παρά να επωμισθεί το βάρος της απώλειας μεγάλου αριθμού στρατιωτικού προσωπικού, ή να επιτρέψει να χαρακτηρισθεί η πατρίδα μας ως αφερέγγυος σύμμαχος.
Οι αιτίες που τούς οδήγησαν σ’ αυτή τη πράξη εστιάζονται αποκλειστικά στη θέση που είχαν κατατάξει το αγαθό της ζωής στην κλίμακα των αξιών που ασπάζονταν. Προφανώς είχαν αξιολογήσει ότι υπάρχουν ιδανικά ανώτερα της πρόσκαιρης παρουσίας τους επί της γης. Η ιδιαιτερότητα των συνθηκών του πολέμου, είναι δύσκολο να γίνει κατανοητή για αυτούς που δεν τον έχουν βιώσει. Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να επιλέγει το τρόπο που επιθυμεί να διαθέτει την ζωή του.
Η θυσία της ζωής προς υπεράσπιση της πατρίδος αποτελεί στάση ζωής, εκείνων των ανθρώπων που έχουν ασπασθεί οικουμενικές αρχές, αξίες και πιστεύω. Κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου 3.600 Ιάπωνες καμικάζι πιλότοι σκοτώθηκαν οδηγώντας τα αεροσκάφη τους, έμφορτα εκρηκτικών επί των Αμερικανικών πλοίων. Ο αριθμός των στρατιωτικών που επέλεξαν να μην παραδοθούν, αλλά να τερματίσουν τη ζωή τους κάνοντας «χαρακίρι[11]», ήταν ακόμη μεγαλύτερος.
Θέση για χαρακίρι και Καμικάζι πιλότοι.
Το μεγάλο ερώτημα είναι τι κάνουμε λάθος, ώστε μεγάλο μέρος της νεολαία μας να υιοθετεί παρακμιακά πρότυπα και έκνομους κανόνες συμπεριφοράς. Είναι βολικό να κατηγορούμε το κράτος, τα κόμματα, τους πολιτικούς και τις συλλογικότητες εν γένει και να είμαστε τιμητές των πάντων, από τη βολική θέση του θεατού. Η ατομική ευθύνη υπάρχει σε όλες τις δραστηριότητες της ζωής, την οποία όσο δεν αναλαμβάνουμε θα παραμένουμε στο τέλμα. Για να ξεκολλήσουμε από τη λάσπη, θα πρέπει πρώτα να βρούμε το κοινό παρονομαστή συνυπάρξεως στα βασικά, μετά να αποφασίσουμε τι πραγματικά επιθυμούμε και να συνεισφέρουμε όλοι στη κοινή προσπάθεια.
Η Ελευθερία της Ελλάδος δεν είναι ούτε δεδομένη, ούτε αυτονόητη και αποκτήθηκε μετά από σκληρούς αγώνες με υψηλό φόρο αίματος. Όταν πρόκειται για τη σωτηρία της πατρίδος δεν υπάρχει όριο προσφοράς Η επιλογή μας ως λαός να πολεμήσουμε το 1940-41, για την τιμή και την αξιοπρέπεια της πατρίδος μας, δικαιώθηκε ιστορικά. Για αυτά που πράττουμε εμείς στην παρούσα περίοδο θα κριθούμε και θα αξιολογηθούμε ανάλογα. Ουδείς είναι υπεράνω της αδέκαστης ιστορικής κρίσεως.
Αντιστράτηγος ε.α. Ιωάννης Κρασσάς
Μάϊος 2025
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό «ΗΛΙΟΥ», Αθήνα 1951.
- Αγώνες εις την Ανατολικήν Μακεδονίαν και την Δυτικήν Θράκην, ΓΕΣ Έκδοσις Διευθύνσεως Ιστορίας Στρατού, Αθήνα 1956.
- Το Τέλος μιας Εποποιΐας Απρίλιος 1941, ΓΕΣ Έκδοσις Διευθύνσεως Ιστορίας Στρατού, Αθήνα 1959.
- ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ Α.Ε., Αθήνα 1977.
- Χέινζ Ρίχτερ, Η Ιταλο-γερμανική Επίθεση Εναντίον της Ελλάδος, Εκδόσεις Γκοβοστή Αθήνα 1998.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄[1] [1890 (Δεκέλεια, ανάκτορα του Τατοΐου)-1947] ήταν ο πρωτότοκος υιός του τότε Πρίγκιπα Διαδόχου και μετέπειτα Βασιλέως Κωνσταντίνου Α΄ και της Πριγκίπισσας Διαδόχου Σοφίας της Ελλάδος. Υπήρξε μία από τις πλέον δραματικές φυσιογνωμίες της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Ακολούθησε τον πατέρα του καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Υπηρέτησε στον στρατό ως υπασπιστής του, παρέμεινε στο πλευρό του κατά τη διάρκεια της συγκρούσεώς του με τον Βενιζέλο και τον ακολούθησε το 1917 στην εξορία, όταν παραμερίστηκε στη σειρά διαδοχής από τον μικρότερο αδελφό του Αλέξανδρο, κατόπιν απαιτήσεως της Αντάντ και του Βενιζέλου. Το Νοέμβριο του 1935 μετά το δημοψήφισμα για την παλινόρθωση της Βασιλείας επανήλθε στο θρόνο της Ελλάδος, όπου παρέμεινε μέχρι το θάνατό του.
Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄.
[2] Ο Πρίγκιπας Βίκτωρ Φον Έρμπαχ (1880-1967) υπηρέτησε στο Γερμανικό στρατό (1901-1909). Από το 1911 έως το 1917 αντιπροσώπευε τον αδελφό του, πρίγκιπα Αλέξανδρο του Erbach-Schönberg, στην άνω βουλή του Μεγάλου Δουκάτου της Έσσης. Το 1914 εντάχθηκε στο διπλωματικό σώμα και υπηρέτησε σε διάφορες πρεσβείες της Γερμανίας (Αυστροουγγαρία, Νορβηγία, Ισπανία, Σουηδία και από το 1936 έως το 1941 στην Ελλάδα).
Ο Πρίγκιπας Βίκτωρ Φον Έρμπαχ.
[3] Στη διπλωματία με τον όρο διακοίνωση (διεθνής όρος: note ή nota) χαρακτηρίζεται κυρίως το έγγραφο το οποίο ανταλλάσσεται μεταξύ του υπουργείου εξωτερικών μίας χώρας και των «Ἐν τῆ χώρᾳ» διπλωματικών αντιπροσώπων Οι διακοινώσεις διακρίνονται σε υπογεγραμμένες (nota) και σε ρηματικές (verbe nota).
[4] Η Γραμμή Μεταξά. Για την άμυνα από την κατεύθυνση της Βουλγαρίας κατασκευάσθηκε μία σειρά 21 οχυρών, από το όρος Μπέλες έως το ποταμό Νέστο, εντός 3,5 ετών με την διάθεση 1,5 δισεκατομμυρίων δραχμών γνωστή ως «Γραμμή Μεταξά». Παρασκευάσθηκαν 200.000 μ3 οπλισμένου σκυροδέματος, ενώ διανοίχτηκαν 250 χλμ. νέων οδών. Υπήρξε αρίστη εκμετάλλευση του εδάφους για την εκλογή των θέσεων των οχυρών και την προσαρμογή των πυρών. Η «Γραμμή Μεταξά» αποτελεί την μοναδική γραμμή οχυρώσεως από συστάσεως του ελληνικού κράτους.
[5] Η Μάχη του Αφιόν Καραχισάρ. Την 13η Αυγούστου 1922, ο Κεμάλ Ατατούρκ (1881-1938) εξαπέλυσε επίθεση με κύρια προσπάθεια στην «εξέχουσα» του Αφιόν Καραχισάρ, στην οποία αμύνονταν τα Α΄ και Β΄ Σώματα Στρατού με 7 Μεραρχίες Πεζικού, υπό τους Αντιστράτηγους Νικόλαο Τρικούπη και Κίμωνα Διγενή. Ο Κεμάλ αιφνιδίασε τον Τρικούπη με την συγκέντρωση 18 μεραρχιών (14 πεζικού και 4 Ιππικού), ενώ καλλιέργησε συστηματικά αρνητική εντύπωση για το αξιόμαχο του τουρκικού στρατού. Οι μονάδες μας κράτησαν τις θέσεις τους επί 36 ώρες, εναντίον πενταπλασίων δυνάμεων, αλλά στην συνέχεια άρχισαν να κλονίζονται. Ο Τρικούπης διέταξε την σύμπτυξη των μονάδων του, ενώ ο Αντιστράτηγος Γεώργιος Χατζηανέστης (1863-1922), Διοικητής της Στρατιάς, έχασε την επαφή με το μέτωπο λόγω της αποστάσεως και της διακοπής των επικοινωνιών. Οι οργανικοί δεσμοί των μονάδων διερράγησαν και η κίνησή τους σύντομα μετατράπηκε σε άτακτη φυγή. Μετά την 6η Σεπτεμβρίου, οι εναπομείναντες Έλληνες στρατιωτικοί στην Μικρά Ασία ήσαν νεκροί ή αιχμάλωτοι.
[6] Την 5η Μαρτίου 1941, αποβιβάσθηκαν στον Πειραιά τα πρώτα συμμαχικά στρατεύματα προερχόμενα από την Αίγυπτο, προς ενίσχυση του Ελληνικού Στρατού, για την αντιμετώπιση της γερμανικής επιθέσεως, η οποία φαινόταν πλέον αναπόδραστος. Εστάλησαν συνολικά 2 Μεραρχίες Πεζικού (2α Νεοζηλανδική, 6η Αυστραλιανή) και 1 Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία (1η Βρετανική), συνολικής δυνάμεως 62.000 ανδρών, οι οποίες τάχθηκαν αμυντικά στη γραμμή Όλυμπος-Βέρμιον, υπό τον Βρετανό Αντιστράτηγο Μάϊτλαντ Ουίλσον [Sir Henry Maitland Wilson (1864-1941)]. Στις συμμαχικές δυνάμεις δόθηκε η ονομασία Συγκρότημα W. Στην πλειονότητά τους ήσαν Βρετανοί, Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί, αλλά συμμετείχαν και εθελοντές από την Κύπρο και την Παλαιστίνη. Η προέλαση του γερμανικών στρατευμάτων στην Βόρειο Αφρική, υπό το Στρατηγό Έρβιν Ρόμελ (1891-1944) δεν επέτρεψε την αποστολή περισσοτέρων συμμαχικών δυνάμεων στην πατρίδα μας.
Ο Αυστραλός Αντγος Tτόμας Μπλάμεϊ Thomas Blamey (1884-1951) (αριστερά), ο Βρετανός Αντγος Χένρυ Ουίλσον Henry Wilson (1881-1964) (Κέντρο) και ο Νεοζηλανδός Υποστράτηγος Μπέρναρντ Φρέϊμπεργκ (1889-1963) Bernard Freyberg (Δεξιά).
[7] Τα Τρία Πρωτόκολλα παραδόσεως: Την 18:00 της 20ης Απριλίου 1941, στο Βοτονόσι (12 χλμ. δυτικά του Μετσόβου), ο Διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού Aντιστράτηγος Τσολάκογλου Γεώργιος υπέγραψε πρωτόκολλο ανακωχής, με τον Συνταγματάρχη Γιόσεφ Σεπ Ντίτριχ (1882-1966), διοικητή της μονάδος των Ες Ες «Σωματοφυλακή του Αδόλφου Χίτλερ». Η στρατιά της Ηπείρου παραδιδόταν στο γερμανικό στρατό, με όρους οι οποίοι μπορούσαν να χαρακτηριστούν έντιμοι. Ο στρατός θα αποστρατεύονταν και θα απέφευγε την αιχμαλωσία από τους Ιταλούς. Ο Τσολάκογλου υπέγραψε την ανακωχή, χωρίς την άδεια της κυβερνήσεως. Ο Ντήτριχ την υπέγραψε βασιζόμενος σε μια γενική διαταγή του Χίτλερ.
O Τσολάκογλου και ο Ντήτριχ.
Ο Διοικητής της της 12ης Στρατιάς, Στρατάρχης Βίλχελμ Φον Λίστ (1880-1971) επαναδιατύπωσε το πρωτόκολλο, χωρίς να αλλάξει τον όρο που αφορούσε την παράδοση των Ελλήνων μόνο στην Βέρμαχτ. Το βράδυ της 21ης Απριλίου 1941 στα Ιωάννινα, ο Τσολάκογλου υπέγραψε το δεύτερο πρωτόκολλο με τον Στρατηγό Φον Χανς Φον Γκράϊφφενμπεργκ (1893-1951), δηλώνοντας ότι δεν το πράττει εκουσίως, αλλά ως αιχμάλωτος πολέμου. Φαινόταν ότι η συνθηκολόγηση μόνο έναντι των Γερμανών είχε επιτευχθεί. Όταν ο Μπενίτο Μουσολίνι (1883-1945) πληροφορήθηκε την υπογραφή της συνθηκολογήσεως ζήτησε έντονα από τον Χίτλερ να υπογραφεί το πρωτόκολλο παραδόσεως και από τους Ιταλούς. Το τρίτο κείμενο της συνθηκολογήσεως υπογράφηκε την 23η Απριλίου στην Θεσσαλονίκη από τους Τσολάκογλου, τον Γερμανό Στρατηγό Άλφρεντ Γιόντλ (1890-1946) και τον Ιταλό Στρατηγό Αλμπέρτο Φερρέρο (1885-1969).
Η υπογραφή του τρίτου πρωτοκόλλου συνθηκολογήσεως στην Θεσσαλονίκη (23 Απρ. 1941).
Ο Τσολάκογλου υπογράφοντας την συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς επωμίσθηκε ευθύνες που κανένας από τους ανωτέρους του δεν είχε το θάρρος να αναλάβει. Μετά την απελευθέρωση για την υπογραφή της συνθηκολογήσεως, κηρύχθηκε ένοχος από το Πρώτο Ειδικό Δικαστήριο Δωσίλογων Αθηνών και καταδικάσθηκε σε θάνατο. Επιπροσθέτως για την συμμετοχή του ως πρωθυπουργός στην πρώτη κατοχική κυβέρνηση σε ισόβια δεσμά. Η νίκη έχει εκατό πατέρες, ενώ η ήττα είναι ορφανή.
[8] «Το τελετουργικό της θυσίας» του Τχη(ΠΒ)] Κωνσταντίνου Βερσή από τον Υποστράτηγο Ι. Α. Βερνάρδο: «Το V Σύνταγμα Πυροβολικού παρέδωσε τα πυροβόλα και τον οπλισμό του εις το χωρίον Σταυράκι. Η ταχύπτερος φήμη έφερε μέχρις ημών την νύκτα της επομένης, ότι ο Ταγματάρχης Πυροβολικού Κωνσταντίνος Βερσής, Δοικητής Μοίρας Πυροβολικού, ετίμησε, κατά τρόπον μεγαλειώδη, το υπερήφανον όπλον του. Όταν, δηλαδή, έλαβε την διαταγή να παραδώση τα πυροβόλα του, συνεκέντρωσεν τους άνδρας της μοίρας του με μέτωπον προς νότον, προς την αιώνιαν Ελλάδα. Διέταξε και πάντες έψαλαν τον Εθνικό μας Ύμνον, και κατόπιν, αφού ησπάσθη τα πυροβόλα του, έδωσε διαταγήν και τα συνέτριψαν με δυναμίτιδα. Κι ενώ ακόμη το έδαφος εσείετο από τας εκρήξεις, ο Βερσής, στηρίξας το περίστροφόν του εις τον δεξιόν του κρόταφον, ηυτοκτόνησε». (Ι.Α. Βερνάρδου "Τρεμπεσίνα", σελ. 176. Εκδόσεις Ν. Αλικιώτης και Υιοί).
[9] Ο Στρατάρχης Αλέξανδρος Παπάγος (1883-1955) ήταν τέκνο του Στρατηγού Λεωνίδα Παπάγου και της Μαρίας Αβέρωφ. Αποφοίτησε από την Βαρβάκειο Πρότυπο Σχολή και στην συνέχεια εγγράφηκε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επιθυμώντας να σταδιοδρομήσει στον στρατό και έχοντας υπερβεί το όριο ηλικίας για να εισέλθει στην Σχολή Ευελπίδων, φοίτησε στην αντίστοιχη σχολή των Βρυξελλών (1902-04) και στην σχολή ιππικού της Υπρ (1904-06). Το 1906 κατετάγη στον Ελληνικό Στρατό ως ανθυπίλαρχος. Το 1910 υπηρέτησε ως υπασπιστής του Ελευθερίου Βενιζέλου, ενώ κατά την διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων ως διαγγελέας του Στρατηλάτου Διαδόχου Κωνσταντίνου. Το 1911 νυμφεύθηκε την Μαρία Καλλίνσκη, εγγονή του Στρατηγού Τιμολέοντος Βάσσου, με την οποία απέκτησε δύο τέκνα (Λεωνίδας, Ειρήνη). Μετά την εκθρόνιση του Βασιλέως Κωνσταντίνου από τον Βενιζέλο (Ιουν. 1917), ο Παπάγος απομακρύνθηκε από τον στρατό και συνέχεια εκτοπίσθηκε σε νησιά των Κυκλάδων. Μετά την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές της 1ης Νοεμ. 1920, επανήλθε στον στρατό με τον βαθμό του αντισυνταγματάρχου και συμμετείχε στην Μικρασιατική Εκστρατεία ως Επιτελάρχης της Μεραρχίας Ιππικού, τιμηθείς με το Χρυσούν Αριστείο Ανδρείας. Από την θέση του Αρχιστράτηγου διηύθυνε τον πόλεμο κατά της Ιταλίας και της Γερμανίας, μέχρι τις 23 Απριλίου 1941, οπότε και παραιτήθηκε, αρνηθείς να μεταβεί με την κυβέρνηση στην Κρήτη και για να μην συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις παραδόσεως. Τον Ιούλιο του 1943 συνελήφθη από τους Γερμανούς ως αρχηγός της αντιστασιακής οργανώσεως «Στρατιωτική Ιεραρχία», μαζί τους Αντιστράτηγους: Κωνσταντίνο Μπακόπουλο (1889-1950), Ιωάννη Πιτσίκα (1881-1975), Παναγιώτη Δέδε (1890-1972) και Γεώργιο Κοσμά (1884-1964). Οι συλληφθέντες στάλθηκαν στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως της Γερμανίας Οράνιεμπουργκ, Φλύσσελμπουργκ, Νίντερντορφ και κατέληξαν στο Νταχάου, όπου παρέμειναν μέχρι το τέλος του πολέμου (Μάϊος 1945). Τον Ιανουάριο του 1949, ανέλαβε τη διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων και πέτυχε την καταστολή της κομμουνιστικής ανταρσίας (1946-49). Από την 18η Νοεμ. 1952 μέχρι του θανάτου του διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδος.
Ο Στρατάρχης Παπάγος.
[10] Σχηματισμοί και Διοικητές: Τμήμα Στρατιάς Ηπείρου, Αντιστράτηγος Ιωάννης Πιτσίκας (1881-1975), αποτελείτο από: Το Α΄ Σώμα Στρατού, Αντιστράτηγος Παναγιώτης Δεμέστιχας (1885-1960) και Β΄ Σώμα Στρατού Υποστράτηγος Γεώργιος Μπάκος (1892-1945). Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας, Αντιστράτηγος Γεώργιος Τσολάκογλου (1886-1948). Τμήμα Στρατιάς Κεντρικής Μακεδονίας, Υποστράτηγος Χρήστος Καράσσος (1894-1970).
[11] Η λέξη χαρακίρι προέρχεται από τις ιαπωνικές λέξεις hara=κοιλιά και kiri=κόβω. Τελετουργικός τρόπος αυτοκτονίας με το οριζόντιο κόψιμο της κοιλιάς με μαχαίρι, η με σπαθί.
ΤΕΛΟΣ