Εμμανουήλ Παπάς (1772 Δοβίστα Σερρών-1821 Ύδρα)
«Τὸ δέ σώφρων τοῦ ἀνάνδρου πρόσχημα» Θουκυδίδης Αθηναίος ιστορικός
Ο Εμμανουήλ Παπάς γεννήθηκε στην κοινότητα Δοβίστα Σερρών το 1772. Η κοινότητα μετονομάσθηκε σε Εμμανουήλ Παπά, η οποία εντάχθηκε στον ομώνυμο Καλλικρατικό Δήμο. Ο Εμμανουήλ Παπάς εκτός από πλούσιος έμπορος, εξελίχθηκε στον τραπεζίτη της Κεντρικής Μακεδονίας, τόσο των Ελλήνων, όσο και των Τούρκων. Είχε πάλλουσα εθνική συνείδηση και διαπνέονταν από αγνό και θερμό πατριωτισμό, του οποίου η ηθική και υλική συνεισφορά τον ανύψωσε εις τους πρωταγωνιστές της επαναστάσεως του 1821. Ο Παπάς υπήρξε θερμός και φλογερός πατριώτης, γλύτωσε πολλούς συμπατριώτες τους από την φυλάκιση και τον θάνατο και πέτυχε να δημιουργήσει ελληνικά δικαστήρια για την επίλυση των νομικών, αλλά και των εμπορικών διαφορών των ομοεθνών του.
Από Έμπορος Επαναστάτης
Το 1817, ο Εμμανουήλ Παπάς κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη, προκειμένου να διεκδικήσει την επιστροφή ενός εκατομμυρίου γροσιών, τα οποία είχε δανείσει στον Γιουσούφ Πασά των Σερρών.[1] Ο Παπάς μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία και με την έκρηξη της επαναστάσεως αγόρασε όπλα και πολεμοφόδια αξίας 500.000 αργυρών δραχμών και μετέβη στο Άγιο Όρος. Αποβιβάσθηκε στην Μονή Εσφιγμένου, ο ηγούμενος της οποίας Ιωακείμ ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Εις τις Μονές του Άθωνος διαβιούσαν πλέον των 10.000 μοναχών, σε είκοσι μοναστήρια και πεντακόσιες σκήτες, οι οποίοι τον υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό και συγκίνηση. Οι περισσότεροι των ιεραρχών της Μακεδονίας είχαν μυηθεί στην Φιλική Εταιρεία, ο Σερρών Χρυσάνθεμος, ο Αρδαμερίου Ιγνάτιος, ο Κοζάνης Βενιαμίν, ο Γρεβενών Άνθιμος, ο Μαρωνείας Κωνστάντιος και ο Αγίου Όρους Ιερόθεος.
Αρχηγός και Προστάτης της Μακεδονίας
Την 29η Μαΐου 1821, ο Παπάς στην Μονή Καρυών κήρυξε την επανάσταση κατά των Τούρκων, αναγορευθείς από τους 20 ηγούμενους της Ιεράς Επιστασίας των Μόνων του Αγίου Όρους «Αρχηγός και Προστάτης της Μακεδονίας». Ο Παπάς είχε στην διάθεση του 3.000 αγωνιστές εκ των οποίων 1.000 ήταν μοναχοί. Οι επαναστάτες αρχικά σημείωσαν επιτυχίες και κατεδίωξαν τους Τούρκους μέχρι την περιοχή του Σέδες. Ο Βαλής της Θεσσαλονίκης Γιουσούφ Μπέης ενισχύθηκε με δυνάμεις από την Ανατολική Θράκη και κήρυξε γενική επιστράτευση. Οι τουρκικές δυνάμεις ανήλθαν σε 30.000 πεζούς και 5.000 ιππείς. Δεν αποτελεί υπερβολή ότι ο Παπάς προμήθευσε τα μέσα και συντηρούσε την επανάσταση με δικά του χρήματα, τα οποία όμως δεν επαρκούσαν. Ζήτησε βοήθεια από την Πελοπόννησο, την Ύδρα, τα Ψαρά και τον Όλυμπο. Άπαντες ήταν πρόθυμοι, αλλά δεν προσέφεραν τις υπηρεσίες τους αμισθί. Οι μονές αρνήθηκαν να συνδράμουν οικονομικά στην ενίσχυση του αγώνος.
Ο Επίλογος της Ντροπής
Η επανάσταση της Μακεδονίας καταπνίγηκε από τον νέο Πασά της Θεσσαλονίκης Αβδούλ Αμπούδ, γεωργιανής καταγωγής, προερχόμενος από χριστιανική οικογένεια, με τερατώδη ψυχή και σπουδαίες στρατιωτικές ικανότητες. Διέλυσε πρώτα τους επαναστάτες της Χαλκιδικής και στην συνέχεια απέκλεισε το Άγιο Όρος. Για να μην το καταστρέψει, απαίτησε από τους μοναχούς να του παραδώσουν τον Παπά. Όλοι οι ηγούμενοι συμφώνησαν πλην του Ιωακείμ της μονής Εσφιγμένου, του Αρχιμανδρίτη Κυρίλλου της Μονής Ιβήρων και ορισμένων άλλων μοναχών οι οποίοι διέσωσαν την τιμή των Αγιορειτών. Ο Ιωακείμ τον έκρυψε και στην συνέχεια τον φυγάδευσε με το πλοίο Καλομοίρα του Χατζή Αντώνη Βισβίζη από την Αλεξανδρούπολη. Καθ΄ οδόν προς την Ύδρα ο Παπάς συντετριμμένος άφησε την τελευταία του πνοή επί του πλοίου, από καρδιακή ανακοπή. Ο Ακαδημαϊκός Διονύσιος Κόκκινος έγραψε για την στάση των Αγιορειτών[2]: «Ἡ πρᾶξις αὐτή δὲν ἒχει δικαιολογίαν καὶ ὃλα τὰ καθηγιασμένα ὓδατα τοῦ Ἁγίου Ὃρους δὲν εἶναι δυνατόν ν’ ἀποπλύνουν ἀπό αὐτό τὸ αἶσχος τούς δεκαεννέα ἡγουμένους». Ο Αβδούλ Αμπούδ επέβαλε στις Μονές καταβολή αποζημιώσεως ύψους 2,5 εκατομμυρίων γροσιών σε χρήμα και εκκλησιαστικά αφιερώματα, τη συντήρηση της τουρκικής φρουράς αποτελούμενης από 3.000 άνδρες και την αποστολή ομήρων στην Θεσσαλονίκη.
Ο Παπάς παρότι δεν είχε στρατιωτικές γνώσεις διατήρησε επί εξάμηνο την επανάσταση στην Μακεδονία, κατά την διάρκεια της οποίας κάηκαν 78 χωριά και 59 αγιορείτικα μετόχια. Οι ανθρώπινες απώλειες, οι δηώσεις και οι εξανδραποδισμοί ξεπέρασαν τις 5.000. Η σύζυγός του Φαίδρα και τα 11 τέκνα του φυλακίστηκαν, η περιουσία του δημεύτηκε και το σπίτι του κάηκε. Από τους οκτώ υιούς οι τρεις σκοτώθηκαν πολεμώντας κατά των Τούρκων. Η σορός του ήρωα μεταφέρθηκε στην Ύδρα και κηδεύτηκε με τιμές αρχιστράτηγου.
Το 1843 αναρτήθηκε στο Ελληνικό Βουλευτήριο το όνομα του σαν ενός από τους πρωταγωνιστές της ελληνικής επανάστασης. Τα λείψανά του μεταφέρθηκαν το 1971 και εναποτέθηκαν κάτω από τον ανδριάντα του, στην Πλατεία Ελευθερίας των Σερρών.
Αντγος ε.α Ιωάννης Κρασσάς
[1] Ο Αιμοβόρος, έκλυτος και ανήθικος Πασάς των Σερρών σχεδίαζε την δολοφονία του προκειμένου, να αποφύγει την αποπληρωμή του χρέους του
[2] 1ος Τόμος(σελίδα 608) της εξάτομης Ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως